1. Πες μας λίγα λόγια για σένα.
Είμαι πρώτα από όλα αναγνώστης και μετά συγγραφέας. Μάλιστα αν ήθελα να περιγράψω τον εαυτό μου θα έλεγα ότι είμαι φανατική λάτρης του ‘καλού’ παιδικού παραμυθιού και με τον όρο ‘καλό’ εννοώ το παραμύθι που δύναται να μεταφέρει κάτι ωφέλιμο και αισιόδοξο στην καρδιά και στο μυαλό του αναγνώστη. Για εμένα αυτό που μετράει είναι η ιστορία και στη συνέχεια ακολουθούν όλα τα υπόλοιπα.
2. Σύστησέ μας το βιβλίο σου «Ο φοβιτσιάρης μονόκερος και η χρυσή μηλιά».
Πρόκειται για ένα παραμύθι που παίρνει τη μορφή της ‘παραμυθοσαλάτας’ δηλαδή μπλέκει ήρωες και από άλλα παραμύθια μέχρι και από την ελληνική μυθολογία (Μίδας). Άλλωστε και η μυθολογία μια μορφή παραμυθιού ήταν για μικρούς και μεγάλους, αν το καλοσκεφτεί κανείς. Ο πρωταγωνιστής είναι ένας μικρός μονόκερος που απλά φοβάται πάρα πολύ και σχεδόν τα πάντα. Μέσα όμως από την προσωπική του περιπέτεια καταλαβαίνει ότι ο φόβος είναι κάτι φυσιολογικό και κάποιες φορές –ενδεχομένως- κάτι θετικό, υπό την έννοια ότι μας προστατεύει από κακοτοπιές. Η προσωπική μου γνώμη είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει το θετικό χωρίς να υφίσταται και το άλλο του άκρο όπως θα έλεγε και ο παππούς της φιλοσοφίας Αριστοτέλης, δηλαδή το αρνητικό του π.χ. αρετή versus κακίας. Στην περίπτωση του παραμυθιού μας το αρνητικό είναι ο φόβος ενώ το θετικό η ανδρεία, αλλά όπως θα καταλάβει και ο αναγνώστης τελικά τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα γιατί και ο φόβος έχει και εκείνος κάτι να μας διδάξει, αρκεί να έχουμε τα αυτιά και τα μάτια μας ανοικτά.
3. Ποιο ήταν το έναυσμα για να ξεκινήσεις να γράφεις το βιβλίο σου;
Η πηγή έμπνευσης μου είναι η κόρη μου Αρετή. Έτσι κάποια στιγμή εκεί που μου έλεγε τις δικές της ανεπανάληπτες καθημερινές ιστορίες , μου ήρθε η έμπνευση να γράψω ένα παραμύθι που ο ήρωας θα ήταν μονόκερος, αφού έχει αδυναμία σε αυτό το μαγικό πλάσμα. Όσο και εάν φανεί περίεργο, χωρίς την κόρη μου δεν θα μπορούσα να γράψω ούτε μια αράδα, αφού πριν τη γέννηση της δεν έγραφα καθόλου παιδικά παραμύθια. Η Αρετή αποτελεί το πιο ωραίο «δώρο» του σύμπαντος ή του Θεού στη ζωή μου και ελπίζω να ισχύει το ίδιο και από τη δική της πλευρά.
4. Για ποιο λόγο να διαβάσουν οι αναγνώστες το παραμύθι «Ο φοβιτσιάρης μονόκερος και η χρυσή μηλιά»;
Γιατί είναι αρχικά ένα ευχάριστο και σχετικά σύντομο ανάγνωσμα που θα κάνει τον μικρό αναγνώστη και τη μικρή αναγνώστρια να γελάσει και κυρίως να προβληματιστεί πάνω στα συναισθήματα. Ιδιαίτερα στις ημέρες μας που το συναίσθημα λοιδορείται εάν δεν εντάσσεται αποκλειστικά στη λεγόμενη σφαίρα των θετικών συναισθημάτων π.χ. χαρά, ελπίδα, αγάπη και ούτω καθεξής. Στην πραγματικότητα τα συναισθήματα ανεξαρτήτως της φύσης τους έχουν κάτι να μας διδάξουν και θα πρέπει να τα αποδεχόμαστε και να τα βιώνουμε ως έχουν, χωρίς όμως να τα αφήνουμε να παίρνουν τον έλεγχο της ζωής μας.
5. Σε ποιες ηλικίες απευθύνεται το παραμύθι;
Θεωρώ ότι οι κατάλληλες ηλικίες είναι από 7 έως 107 ετών γιατί το κείμενο δεν περιλαμβάνει σύντομες και κοφτές φράσεις, όπως κυρίως συμβαίνει στα παραμύθια που απευθύνονται σε παιδάκια μικρότερης ηλικίας. Εντούτοις, έχω την εκτίμηση ότι και το κριτήριο της ηλικίας δεν είναι αλάνθαστο για παράδειγμα μπορεί ένα παιδάκι να προτιμάει να του διαβάζουν κάποιο παραμύθι, το οποίο θα περιέχει μεγάλο κείμενο και το λέω αυτό από την προσωπική μου εμπειρία. Η γιαγιά μου εξιστορούσε προφορικά μεγάλες ιστορίες και κυριολεκτικά ‘κρεμόμουν’ από τα χείλη της. Όσο μεγαλύτερη η ιστορία, τόσο το καλύτερο! Συνεπώς, τα πάντα είναι σχετικά.
6. Ποια είναι τα στοιχεία που συνθέτουν ένα «καλό» -αν θα μπορούσαμε να το πούμε έτσι- παραμύθι κατά τη γνώμη σου;
Ένα ‘καλό’ παραμύθι είναι το παραμύθι που για εμένα συνδυάζει 3 σημαντικά στοιχεία: ιστορία με ενδιαφέρον και περιεχόμενο, χιούμορ και ενσυναίσθηση. Τέλος, ένα άλλο αλάνθαστο κριτήριο που καθιστά ένα παραμύθι ‘καλό’ είναι όταν χαίρονται να το διαβάζουν οι γονείς στα παιδιά τους γιατί έχει και στους ίδιους κάτι να πει.
7. Ποιος/Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου Έλληνες ή ξένοι συγγραφείς; Έχουν επηρεάσει το έργο σου;
Παραφράζοντας λίγο τα λόγια του ποιητή Γιώργου Σεφέρη «Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων οι ιστορίες μας», επομένως μου είναι κάπως δύσκολο να περιοριστώ σε μερικά ονόματα Ελλήνων και ξένων συγγραφέων. Για να απαντήσω όμως στο ερώτημα σας, δύο παραμύθια ξένων συγγραφέων, έχω ξεχωρίσει και είναι τα εξής: «Θα σ’ αγαπώ ότι κι αν γίνει» της Debi Gliori και «Μια φορά κι ένας μονόκερος» της Beatrice Blue, ενώ από Έλληνες συγγραφείς έχω να προτείνω το δικό μου «Η Μαγεμένη καρδερίνα» γιατί απλά διαφέρει από τα παραμύθια που κυκλοφορούν εκεί έξω, όπως ισχύει και με το τωρινό μου παραμύθι «Ο φοβιτσιάρης μονόκερος και η χρυσή μηλιά». Θεωρώ ότι όλα τα αναγνώσματα με κάποιο τρόπο μας επηρεάζουν. Στη δική μου περίπτωση αυτό γίνεται ασυναίσθητα, όπως όταν κάτι καταγράφεται στο υποσυνείδητο.
8. Ποιο είναι το αγαπημένο σου βιβλίο;
Αναγκαστικά θα αναφέρω δύο βιβλία. «Το Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ» του Όσκαρ Ουάιλντ γιατί πραγματεύεται την απληστία και την αδυναμία του ανθρώπου να δεχθεί την φθορά του χρόνου, η οποία είναι αναπόφευκτη προς το παρόν, αν και η σύγχρονη τεχνολογία επιχειρεί να ανατρέψει τα γηρατειά και το βιβλίο «Θαυμαστός καινούργιος κόσμος» του Άλντους Χάξλεϋ γιατί περιγράφει μια μελλοντική, δυστοπική πραγματικότητα που ουσιαστικά είναι τυραννική για τον άνθρωπο, αλλά ο τελευταίος δεν έχει καταλάβει ότι έχει πέσει θύμα της. Σε αυτόν τον νέο κόσμο, οι άνθρωποι «παράγονται» βάσει της βιολογίας και της χημείας, σαν άριστα βιομηχανικά προϊόντα και όλα βαίνουν καλώς ή μήπως όχι; Ο Χάξλεϋ ταυτίζει το λιγότερο τέλειο με την ελευθερία, μια έννοια που τέθηκε υπό διαπραγμάτευση εν μέσω της σύγχρονης πανδημίας, αν επιχειρήσει κανείς να τραβήξει μια νοητή γραμμή από το εν λόγω βιβλίο στην πραγματικότητα του σήμερα. Γενικά μου αρέσουν τα βιβλία που μπορώ να ταυτιστώ και να κινητοποιήσουν τη σκέψη μου ένα βήμα παρακάτω, έστω και εάν δεν έχει χρειαστεί να πάω μέχρι φεγγάρι όπως είχε δηλώσει ο Νιλ Άρμστρονγκ με την κλασική πλέον φράση του «Ένα μικρό βήμα για τον άνθρωπο, ένα μεγάλο άλμα για την ανθρωπότητα». Καμία φορά τα βήματα μας μετρούν ακόμη και όταν γίνονται στον πλανήτη μας!
9. Ποια είναι η θέση του βιβλίου στην εποχή μας κατά τη γνώμη σου;
Αν και η τεχνολογία εκμηδενίζει τις αποστάσεις και μας φέρει σήμερα τα ηλεκτρονικά βιβλία (e-books), τα οποία ο αναγνώστης μπορεί να τα διαβάσει κυριολεκτικά οπουδήποτε με τη χρήση ενός tablet, θεωρώ ότι το βιβλίο παραμένει μια σταθερή αξία, η οποία θα συνεχίσει να μας ακολουθεί για πολλά χρόνια ακόμη. Δεν θα μου άρεσε να φανταστώ ένα μακρινό μέλλον, όπου οι άνθρωποι δεν θα ξέρουν ποια η λειτουργία μίας βιβλιοθήκης και πως είναι να διαβάζεις ένα βιβλίο με τον παραδοσιακό τρόπο.
10. Σκέφτεσαι να γράψεις κι άλλο βιβλίο στο μέλλον;
Θα ήθελα πάρα πολύ να γράψω και κάποιο άλλο βιβλίο στο μέλλον, εάν φυσικά η ‘Μούσα’ της έμπνευσης μου χαρίσει μια όμορφη ιστορία για αυτό τον σκοπό και εάν εγώ η ίδια έχω κάτι να μοιραστώ με το αναγνωστικό κοινό μέσω της δημιουργικής διαδικασίας της γραφής. Εξάλλου το «ποτέ» και το «πάντα» συνιστούν χρονικά επιρρήματα αρκετά ασταθή που συνήθως δεν κρατούν πολύ, άρα θα χρησιμοποιήσω τη λέξη «ίσως» στο ερώτημα σας.