1. Πες μας λίγα λόγια για σένα.
Γεννήθηκα σε μια κλινική της Οδού Κατεχάκη και όχι της Οδού Κυβέλης. Πολύ μικρός διάβασα την Οδύσσεια και μου άρεσε τόσο που 36 χρόνια μετά, ακόμα τη διαβάζω με την ίδια αγωνία. Μαγειρεύω επαγγελματικά από τα 18 μου και χάρη σε αυτό είδα μέρη που δε φανταζόμουν.
2. Σύστησέ μας τη «Μάκινα».
Η “Μάκινα” κυριολεκτικά είναι ένα μηχάνημα διαλογής που χρησιμοποιούσαν οι εργάτες της γης στα προηγούμενα χρόνια και ίσως ακόμα κάπου-κάπου. Η “Μάκινα” σαν βιβλίο δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από ένας φόρος τιμής στις άγνωστες ιστορίες των “ανώνυμων” αυτών ανθρώπων και των αναστεναγμών τους, που δεν ξεπληρώθηκαν ποτέ. Ένα καμουφλαρισμένο βιβλίο της εργατικής τάξης.
3. Ποιο ήταν το έναυσμα για να ξεκινήσεις να γράφεις το βιβλίο σου;
Ήταν ο Νόστος. Αν δεν είχα φύγει για χρόνια δεν θα το έκανα ποτέ. Επιστρέφοντας στα ίδια μέρη αλλαγμένος αρκετά, μα όχι ριζικά, είδα με άλλο μάτι τα ελαιόδεντρα και τα χαμόσπιτα που κάποτε απεχθανόμουν. Τελικά το έναυσμα μάλλον ήταν η ανάγκη να κολλήσω το προσωπικό μου παζλ.
4. Για ποιο λόγο να διαβάσουν οι αναγνώστες τη «Μάκινα»;
Δεν ξέρω τι να απαντήσω και μάλλον δεν υπάρχει σωστή ή λάθος απάντηση. Κάποιος θα το διαβάσει για την συγκεκριμένη ντοπιολαλιά και την αργκό που υπάρχει μέσα, κάποιος για να δει κάποια ιστορικά γεγονότα που έχουν ξεχαστεί, κάποιος γιατί είναι από την περιοχή και κάποιος γιατί θέλει απλά ένα βιβλίο στη θάλασσα για παρέα ή δίπλα στο τζάκι για συντροφιά. Δεν έχω απάντηση. Να το διαβάσουν ή όχι για καθαρά προσωπικούς λόγους. Είναι κάτι ξεκάθαρα προσωπικό που δε χωράει παρότρυνση ή προσπάθεια να πειστεί κάποιος.
5. Σε ποιους απευθύνεται το βιβλίο σου;
Όσο εγωιστικό και να ακούγεται απευθύνεται σε μένα για να μην ξεχάσω. Αν κάποιος ταυτιστεί και βρει ένα κομμάτι μέσα στο βιβλίο που να κολλάει με το δικό του τότε απευθύνεται και σε αυτόν το ίδιο.
6. Γιατί επέλεξες τον τίτλο «Μάκινα»;
Γιατί πάντα έβλεπα μια μηχανή σε όλο αυτό. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Μηχανή καθάριζε τη σταφίδα και κάποια άλλη νοητή μηχανή “καθάριζε” τους ανθρώπους των ιστοριών. Είναι γενικά μια λέξη που προσδιορίζει μια διαδικασία κάθαρσης. Κάθαρσης μα όχι λύτρωσης και αυτό να τονιστεί.
7. Ποιος/Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου Έλληνες ή ξένοι συγγραφείς; Έχουν επηρεάσει το έργο σου;
Θα μπορούσαν να είναι δεκάδες μα σε λίγα ονόματα είναι ο Τσαρλς Μπουκόφσκι, ο Ανδρέας Εμπειρίκος, ο Μίλτος Σαχτούρης, ο Όμηρος, ο Σελίν, ο Καβάφης, ο Τζον Φάντε, ο Ζακ Ζενέ, ο Μιχάλης Κατσαρός, ο Γκαλεάνο, ο Νίκος Νικολαΐδης και ο Χιούγκο Πρατ. Δε θα γινόταν να μη με έχουν επηρεάσει. Για την ακρίβεια σε μερικούς χρωστάω κάτι παραπάνω, μα αυτό το κρατάω να το ξέρουν οι ίδιοι.
8. Ποιο είναι το αγαπημένο σου βιβλίο;
Η “Οκτάνα” του Ανδρέα Εμπειρίκου και το “Μια στεκιά στο μάτι του Μοντεζούμα” του Νίκου Νικολαΐδη. Ξέρω πως δεν είναι ένα, μα μου είναι δύσκολο. Τόσο δύσκολο που προσθέτω και το “Ο καπετάνιος έχει κόψει αλυσίδα” του Τσαρλς Μπουκόφσκι.
9. Ποια είναι η θέση του βιβλίου στην εποχή μας;
Αναλόγως για ποιο βιβλίο λέμε. Τα περισσότερα έχουν θέση κάτω από το κοντό πόδι του τραπεζιού για να μην κουνιέται το έπιπλο όταν τρως. Τα άλλα που με αφορούν έχουν κάποιες φορές τη θέση της ασπίδας και κάποιες φορές τη θέση του δόρατος, μα πάντα τη θέση της πανοπλίας.
10. Σκέφτεσαι να γράψεις κι άλλο βιβλίο στο μέλλον;
Σκέφτομαι να επιβιώσω στο μέλλον και αν τα καταφέρω ύστερα να το φιλοσοφήσω. Μισό χρόνο πριν απέκλεια μέσα μου την ιδέα να γράψω βιβλίο και το έκανα, άρα την αποκλείω και τώρα.