Δράκοι, γοργόνες, χίμαιρες… τελικά υπήρξαν; Παράξενα και φανταστικά πλάσματα από το αρχείο της Βιβλιοθήκης Κληρονομιάς της Βιοποικιλότητας
Δεν χρειάζεται κανείς να είναι φυσιοδίφης ή βοτανολόγος για να ενθουσιαστεί με το γεγονός ότι ένα από τα μεγαλύτερα ψηφιακά αρχεία στον κόσμο, αυτό της Βιβλιοθήκης Κληρονομιάς της Βιοποικιλότητας (Biodiversity Heritage Library), είναι πλέον διαθέσιμo ελεύθερα στο κοινό. Περισσότερες από 150.000 εικόνες από τη ζωή στη γη προερχόμενες από μελέτες και αποτελέσματα επιστημονικής έρευνας που συλλέχθηκαν από περιοδικά και βιβλιοθήκες από όλο τον κόσμο, συμπληρώνουν αυτό το αρχείο που συνολικά φτάνει τις 55 εκατομμύρια σελίδες.
Για έναν λάτρη των παλαιών βιβλιών, το αρχείο της Βιβλιοθήκης Κληρονομιάς της Βιοποικιλότητας μπορεί να αποτελέσει έναν νέο τόπο αναζήτησης και ανάγνωσης καθώς περιλαμβάνει εικόνες και βιβλία που χρονολογούνται ακόμα και από τον 15ο αιώνα. Λιθογραφίες άγριων ζώων στο Λονδίνο του 19ου αιώνα, βιβλία του 19ου αιώνα για τις γάτες και την ιστορία τους, βιβλία που αποτελούν μέρος της προσωπικής συλλογής του Δαρβίνου, βιβλία οπωρολογίας και δέκα τόμοι αφιερωμένοι στην χλωρίδα της Ελλάδας του 18ου αιώνα (“Flora Graeca”) είναι ένα πολύ μικρό μέρος από αυτά που μπορεί να βρει κανείς στο αρχείο της βιβλιοθήκης στο διαδίκτυο και να «ξοδέψει» λίγες ώρες διαβάζοντας παλαιούς τόμους φυσικής ιστορίας.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν κάποιοι τόμοι, οι οποίοι είναι αφιερωμένοι σε άγωστες και παράξενες πτυχές της χλωρίδας και της πανίδας της γης, όπως σε είδη ζώων που έχουν εξαφανιστεί ή σε αλλόκοτα πλάσματα που κανείς δεν γνωρίζει αν υπήρξαν ποτέ. «Οι πιθανότητες της ύπαρξης πηγαίνουν τόσο βαθιά στο παράλογο που με τα βίας υπάρχει κάτι τόσο παράδοξο που δεν μπορεί η Φύση να το υλοποιήσει» λέει ο βιολόγος του 19ου αιώνα Louis Agassiz και πράγματι οι εικόνες που ακολουθούν παρουσιάζουν ένα δείγμα της ασυνήθιστης πανίδας (φανταστικής ή μη) που θα βρει κανείς «σκαλίζοντας» αυτήν την παγκόσμια συλλογή.
Δίποδος δράκος από την περιοχή Agro Bononiensi κοντά στην Μπολόνια, γνωστός και ως ο «τελευταίος δράκος της Ευρώπης», από το βιβλίο του Ιταλού φυσιοδίφη, Ulisse Aldrovandi με τίτλο «Serpentum, et draconum historiæ libri duo» που εκδόθηκε το 1640. Ο τόμος είναι αφιερωμένος στους δράκους και τα ερπετά και είναι γραμμένος στα λατινικά. Ο Aldrovandi αναφέρει ξεκάθαρα πως δεν έχει δει ή εξετάσει προσωπικά τα πλάσματα που παρουσιάζει, αλλά έχει συλλέξει τις πληροφορίες από ταξιδευτές και προγενέστερους συγγραφείς. Ωστόσο, ο παραπάνω δράκος είναι το μόνο πλάσμα που είχε τη δυνατότητα να εξετασει απο κοντά. Όπως γράφει και ο ίδιος:
“Ο δράκος εθάθη πρώτη φορά στις 13 Μαΐου του 1572 να σφυρίζει σαν φίδι. Κρυβόταν στη μικρή έκταση του Master Petronius κοντά στο Dosius σε μια περιοχή με το όνομα Malonolta. Στις 5 μ.μ. πιάστηκε στον κεντρικό δρόμο από έναν βοσκό ονόματι Baptista του Camaldulus, κοντά στον φράχτη μιας ιδιωτικής φάρμας, ένα μίλι από τα μακρινά περίχωρα της Μπολόνια. O Baptista ακολουθούσε τη βοϊδάμαξά του όταν είδε πως τα βόδια ξαφνικά σταμάτησαν. Τα τσίγκλισε και τους φώναξε αλλά αυτά αρνήθηκαν να κουνηθούν και στάθηκαν στα γόνατα τους. Εκείνη τη στιγμή ο βοσκός παρατήρησε έναν συριστικό ήχο και άρχισε να βλέπει έναν παράξενο μικρό δράκο μπροστά του. Τρέμοντας τον χτύπησε στο κεφάλι με το ραβδί του και τον σκότωσε».
Σύμφωνα με τον Aldrovandi το ον αυτό είχε μήκος περίπου 1 μέτρο είχε δύο πόδια και σερνόταν σαν φίδι. Το ονόμασε «δράκο» γιατί δεν μπορούσε να το κατατάξει σε άλλη κατηγορία και διατήρησε το σώμα του για αρκετό καιρό όπου και το εξέθετε στο κοινό στο Θέατρο Φυσικής Ιστορίας που διέθετε.
Στο βιβλίο «The great sea-serpent» του Oudemans A.C. (1892) παρουσιάζονται 187 περιπτώσεις όπου έχει αναφερθεί πως εθεάθη αυτό το ον. Το συγκεκριμένο ερπετό της εικόνας που εντοπίστηκε στο Πουέρτο Ρίκο την Τετάρτη 10 Αυγούστου το 1881 από τον C. Renard «φαίνεται να είχε μήκος 40 με 50 μέτρα από το κεφάλι ως την ουρά» με «δόντια αιχμηρά, μεγάλα και λευκά». Ένας ναύτης αναφέρει:
«Εξέπεμπε μια δυσωδία αρκετή για να κάνει κάποιον να νιώσει άρρωστος. Αυτή η μυρωδιά που μας ακολουθούσε για περισσότερο από μισή ώρα ήταν σαν αυτή της ζύμωσης σε υψηλή θερμοκρασία στο σπίτι των Lesage -μεγάλων κυνηγών (και τυροκόμων) της Asnieres – συνδυασμένη με αυτήν που προέρχεται από την επεξεργασία του άνθρακα στο Billancourt. Για να την εξουδετερώσουμε θα χρειάζονταν όλα τα καταστήματα των καλύτερων αρωματοποιών μας.»
Στο βιβλίο «Curious Creatures in Zoology» του 1890, ο John Ashton παρουσιάζει περίεργα πλάσματα που έχουν αναφερθεί κατα καιρούς στη μυθολογία αλλά και στις παραδόσεις διάφορων πολιτισμών και ζητά από τους αναγνώστες να είναι επιεικείς με τα όσα διαβάσουν. Ο Μαντιχώρας είναι «μεγάλος και άγριος σαν λιοντάρι και έχει πόδια λιονταριού, αλλά τα αυτιά και το πρόσωπό του είναι σαν του ανθρώπου, τα μάτια του είναι γκρι και το σώμα του κόκκινο, ενώ η ουρά του είναι σαν του σκορπιού, όπου υπάρχει και κεντρί». Οι τρεις σειρές δόντια που είχε συμπλήρωναν την εικόνα αυτού του τρομακτικού όντος που καταβρόχθιζε ανθρώπους και προκαλούσε τον τρόμο.
Στο ίδιο βιβλίο γίνεται αναφορά και στη χίμαιρα, ως ένα φοβερό τέρας, που εξέπνεε φωτιά, είχε σώμα κατσίκας, κεφάλι λιονταριού, και η ουρά του κατέληγε σε φίδι. Σύμφωνα με άλλες περιγραφές είχε τρία κεφάλια, λέοντα, κατσίκας και δράκοντα. Επίσης κένταυροι, μονόκεροι, σειρήνες και άλλα μυθολογικά όντα παρουσιάζονται διεξοδικά στο βιβλίο του Ashton.
Σύμφωνα με τη Βιβλιοθήκη Κληρονομιάς της Βιοποικιλότητας στα μέσα του 16ου αιώνα ένα παράξενο ον πιάστηκε στο Øresund, το θαλάσσιο στενό ανάμεσα στο νησί Sjælland (της Δανίας) και τη Σουηδία. Το όνομα που του δόθηκε ήταν «θαλάσσιος μοναχός» ή «μοναχός-ψάρι» καθώς έμοιαζε με μοναχό που φορούσε τα άμφιά του. Ο Pierre Belon στο βιβλίο του «De Aquatilibus» (1553) παραθέτει μια εικόνα αυτού του περίεργου πλάσματος και το περιγράφει αντλώντας πληροφορίες από μια άγνωστη έως σήμερα γερμανική πηγή (Paxton & Holland, 46). Σήμερα οι ζωολόγοι πιστέυουν πως το ον αυτό πιθανώς να επρόκειτο για έναν θαλάσσιο ίππο ή κάποιο γιγάντιο καλαμάρι.
Μπορεί στοχος της δημοσιοποίησης του αρχείου αυτού από τη Βιβλιοθήκη Κληρονομιάς της Βιοποικιλότητας να ηταν να λυθεί το πρόβλημα της προσβασιμότητας στη βιβλιογραφία της φυσικής ιστορίας, αλλά σίγουρα ένα τόσο πλούσιο υλικό από μυθικά πλάσματα και αρχαία και εξαφανισμένα όντα θα μπορούσε να προσφέρει μια νέα πηγή έμπνευσης για συγγραφείς λογοτεχνίας του φανταστικού και όχι μόνο…
Α.Π.
Πηγές:
- Paxton, C. G. M. & R. Holland. Was Steenstrup Right? A New Interpretation of the 16th Century Sea Monk of the Øresund. – Steenstrupia 29 (1): 39–47. Copenhagen, Denmark. November 2005. ISSN 0375-2909.
- https://www.biodiversitylibrary.org/
- https://www.flickr.com/photos/biodivlibrary/albums
- On 9 Μαρτίου, 2020
- 6 Comments
6 Comments